Το μετωπιαίο κομμάτι του εγκεφάλου της, της λέει ότι ο τύπος είναι μπελάς: «του είναι αδύνατον να μείνει πιστός, πίνει πολύ, δεν μπορεί να κρατήσει μια δουλειά…», της σιγοψιθυρίζει.Ο μέσος εγκέφαλός της όμως, δεν λέει να ακούσει: «είναι κούκλος μ’ αυτό το τζιν, τα μαλλιά του, ο τρόπος που κοιτάζει…», αντιτείνει.
Και ο δικός του μετωπιαίος εγκέφαλος του κάνει κήρυγμα: «φλερτάρει με όλα τα αρσενικά, πίνει τον άμπακο…», του λέει. Ναι, αλλά ο μέσος εγκέφαλος έχει άλλη άποψη: «κοίτα κάτι πόδια, την μπλούζα, τη λάμψη της»…«Μα τι σκέφτεστε;» εξανίστανται οι δύο μετωπιαίοι εγκέφαλοι.
Τι άλλο; Όταν μπαίνει ο έρωτας στη μέση, τα πιο έξυπνα εγκεφαλικά κύτταρα μπορούν να κάνουν τις πιο... ηλίθιες επιλογές. Εντάξει, αν οι ήρωές μας ήταν 40άρηδες κ είχαν πείρα, μπορεί να το σκέφτονταν δύο φορές να υποκύψουν στον μέσο εγκέφαλό τους. Η σοφία – έως ένα βαθμό τουλάχιστον – όντως έρχεται με την πείρα.
Όταν όμως είσαι 20άρης, τα πράγματα αλλάζουν. Πολλά βέβαια εξαρτώνται από τον γάμο του μπαμπά με τη μαμά, τα κουτσομπολιά και τις πιέσεις των φίλων, κι φυσικά τις έως τώρα εμπειρίες. Κακά τα ψέματα, όμως: όταν πάρει μπρος η χημεία, είναι πολύ δύσκολο να αντισταθεί κανείς στον πειρασμό.
Και έτσι, αρχίζει ο χορός της έλξης, του ξελογιάσματος και τελικά του έρωτα.
Γιατί, όμως, ερωτευόμαστε; Οι θεωρίες για τις αιτίες του έρωτα περισσεύουν. Κυμαίνονται από το βιολογικώς πρακτικό έως το βιολογικώς πολύπλοκο ή αλλιώς από την διαιώνιση του είδους έως το υποπροϊόν της σχέσης μας με όποιους μας μεγάλωσαν.
Το να αποδειχθούν, βεβαίως, οι θεωρίες αυτές δεν είναι ό,τι το ευκολότερο – ει μη τι άλλο, ποιος μπόρεσε ποτέ να αποκρυπτογραφήσει με πάσαν βεβαιότητα την ανθρώπινη ψυχή; Το σώμα, όμως, είναι άλλο θέμα – και την τελευταία δεκαετία οι επιστήμονες έχουν βαλθεί να καταγράψουν τι μας συμβαίνει όταν αφηνόμαστε στο κάλεσμα του έρωτα.
Αυτή η καταγραφή, λένε, θα βελτιώσει τις πιθανότητές μας να κάνουμε τον έρωτα να κρατήσει για πάντα.
Σαν την... κοκαΐνη
Ήταν μόλις το 2000 όταν δύο επιστήμονες - ο καθηγητής Νευροαισθητικής Σεμίρ Ζέκι από το Εργαστήριο Νευροβιολογίας του University College στο Λονδίνο και ο δρ Αντρέας Μπάρτελς ερευνητής στο Ινστιτούτο Βιολογικής Κυβερνητικής Μαξ Πλανκ στη Γερμανία – επέλεξαν 70 φρεσκοερωτευμένους εθελοντές, για να εξετάσουν τον εγκέφαλό τους.
Οι εθελοντές δέχτηκαν να μπουν στον τεράστιο κύλινδρο ενός λειτουργικού μαγνητικού τομογράφου (fMRI) και οι απεικονίσεις που προέκυψαν πιστεύεται ότι αποτελούν τις πρώτες στην ιστορία της επιστήμης εικόνες του ερωτευμένου εγκεφάλου.
Οι εν λόγω απεικονίσεις υπήρξαν αποκάλυψη για τους δύο ερευνητές και για όσους ακολούθησαν τα βήματά τους, καθώς έδειξαν ότι ο έρωτας μοιάζει πολύ με τον… εθισμό στο αλκοόλ και στα ναρκωτικά! Κι αυτό, διότι όταν ερωτευόμαστε ο εγκέφαλος συσχετίζει κάτι που μόλις του συνέβη με την άκρατη ευχαρίστηση - και ταυτοχρόνως αποδίδει το υπέροχο αυτό συναίσθημα με το εξαίσιο πρόσωπο που βρίσκεται απέναντί του.
Με το εύρημα αυτό συμφωνεί ο δρ Άρθουρ Έιρον, κοινωνικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο Stony Brook της Νέας Υόρκης, ο οποίος έχει ασχοληθεί επισταμένα με το θέμα του έρωτα. Σε δικές του μελέτες, στις οποίες επανέλαβε το όλο πείραμα, επιβεβαίωσε πως το πολύπλοκο εγκεφαλικό σύστημα που ενεργοποιεί ο έρωτας «ουσιαστικά είναι το ίδιο ακριβώς με αυτό που ενεργοποιείται όταν κάποιος παίρνει κοκαΐνη»!
Η αλήθεια είναι πως η χημεία μεταξύ δύο ανθρώπων δεν είναι μόνον θέμα μορίων που πλημμυρίζουν τον εγκέφαλο, υπαγορεύοντάς μας τι θα νιώσουμε. Η έλξη εμπεριέχει την προσωπική ιστορία του καθενός μας.
«Οι σύντροφοί μας ασκούν επιρροή πάνω μας - το ίδιο και η ανατροφή, η εκπαίδευση, η τηλεόραση, οι χρονικές συγκυρίες, το μυστήριο», τονίζει η καθηγήτρια Ανθρωπολογίας Έλεν Ε. Φίσερ, ερευνήτρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Rutgers και συγγραφέας πέντε βιβλίων για την εξέλιξη και το μέλλον του σεξ, του έρωτα, του γάμου, τις διαφορές των φύλων στον εγκέφαλο και του πως η προσωπικότητά μας επηρεάζει το ποιον ερωτευόμαστε.
Κάθε βιβλίο που διαβάσαμε και κάθε ταινία ή σίριαλ που είδαμε ποτέ, χαράσσει ένα μονοπάτι προς τον Εκλεκτό της ζωής μας, προσθέτει. Και εξηγεί πως το μονοπάτι αυτό είναι ουσιαστικά χωρισμένο σε τρεις κύριους δρόμους, κάθε έναν από τους οποίους διαβαίνουμε – ή δεν διαβαίνουμε τελικά – με τη σειρά του.
Οι φερομόνες της «σπίθας»
Ο πρώτος δρόμος είναι η αρχική έλξη, η σπίθα: επιλέγουμε ένα πρόσωπο ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα για να αρχίσει ο χορός του έρωτα. Ο ψυχολόγος Μαρκ Κρίσταλ, από το Πανεπιστήμιο του Μπάφαλο, πιστεύει ότι σε αυτό το πολύ αρχικό στάδιο του έρωτα παίζουν ρόλο αόρατα σινιάλα, όπως οι φερομόνες.
«Οι φερομόνες είναι χημικά μόρια που εκπέμπει το ανθρώπινο σώμα και υπαγορεύουν την σεξουαλική συμπεριφορά. Παρ’ ότι δεν μπορούμε συνειδητά να τις μυρίσουμε, εισέρχονται μέσω του οσφρητικού συστήματος στον εγκέφαλο και καθιστούν κάποιον ελκυστικό για εμάς», εξηγεί.
Ρόλο για να θεωρήσουμε τον απέναντί μας ελκυστικό παίζουν «και άλλες αισθητήριες ενδείξεις», προσθέτει, όπως η μυρωδιά, το άγγιγμα και το πώς ηχούν όσα λέει στ’ αυτιά μας.
«Η μυρωδιά παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στον έρωτα και είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που εντάσσονται στις πολιτισμικές προδιαγραφές της ελκυστικότητας», εξηγεί. «Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι για να ερωτευτούμε πρέπει να ενεργοποιηθούν διάφορες νευροχημικές διεργασίες και να υπάρξουν πολυάριθμα εξωτερικά ερεθίσματα – και η κουλτούρα μας ασφαλώς παίζει ρόλο σε αυτά».
Ντοπαμίνη πίσω από την «τρέλα»
Μετά την αρχική έλξη και επιλογή, έρχεται η άγρια, μεθυστική, ερωτική τρέλα – αυτή η μαγεία που μας κάνει να μην μπορούμε να τον/την βγάλουμε από το μυαλό μας. Σε αυτό το στάδιο είναι που χρησιμοποιεί ο εγκέφαλος το χημικό οπλοστάσιό του για να εστιάσουμε την προσοχή μας στον Ένα ή στην Μία, παραμερίζοντας όλους τους άλλους.
Σε μία από τις μελέτες του, η οποία δημοσιεύθηκε το 2005, ο δρ Έιρον επιστράτευσε δέκα γυναίκες και επτά άνδρες οι οποίοι ήσαν τρελά ερωτευμένοι με τους συντρόφους τους. Αφού πήρε από όλους σύντομες συνεντεύξεις για να βεβαιωθεί πως είναι ερωτευμένοι, τους έβαλε μέσα σε έναν λειτουργικό μαγνητικό τομογράφο και άρχισε να τους δείχνει φωτογραφίες του/της συντρόφου τους εναλλάξ με φωτογραφίες απλών γνωστών τους.
Όταν οι εθελοντές έβλεπαν τις φωτογραφίες των συντρόφων τους, η κοιλιακή ωχρά σφαίρα του εγκεφάλου τους πλημμύριζε από την χημική ουσία ντοπαμίνη. Η κοιλιακή ωχρά σφαίρα είναι η περιοχή του εγκεφάλου που φιλοξενεί τα συστήματα επιβράβευσης και κινήτρων.
«Η ντοπαμίνη παράγεται όταν κάνουμε κάτι που μας προξενεί άκρατη ευχαρίστηση, όπως το σεξ, η λήψη ουσιών ή ακόμα και η κατανάλωση λίγης σοκολάτας», εξηγεί στην εφημερίδα Los Angeles Times ο δρ Λάρυ Τζ. Γιανγκ, καθηγητής Ψυχιατρικής στο Εθνικό Ερευνητικό Κέντρο Πρωτευόντων Θηλαστικών του Πανεπιστημίου Emory στην Ατλάντα.
Η ενεργοποίηση της κοιλιακής ωχράς σφαίρας είναι κυρίως υπεύθυνη για μερικές από τις ενίοτε παράδοξες συμπεριφορές των φρεσκοερωτευμένων, οι οποίες σχετίζονται με τα κίνητρα και την επίτευξη ενός στόχου: την υπερβολική ενεργητικότητα, την απώλεια του ύπνου, την ευφορική κατάσταση και, μερικές φορές, το άγχος και την εμμονή με το objet d’ amour τους.
Το… τρελό πάρτι που συμβαίνει στον εγκέφαλό μας όταν ερωτευόμαστε έχει τις ρίζες του στην λαχτάρα μας «να κερδίσουμε το μεγαλύτερο έπαθλο της ζωής: έναν σύντροφο για πάντα», κατά την δρα Φίσερ.
Οι ορμόνες που μας «δένουν»
Καθώς περνάει ο καιρός, αρχίζουμε να δενόμαστε συναισθηματικά με τον/την σύντροφό μας. Η επιστημονική έρευνα έχει δείξει πως αυτό που μας παρακινεί να δεθούμε είναι δύο ορμόνες – η οξυτοκίνη και η βαζοπρεσίνη – οι οποίες μπαίνουν στο παιχνίδι του έρωτα μετά από την «έκρηξη» της ντοπαμίνης.
Η οξυτοκίνη παράγεται στον οργανισμό στη διάρκεια προσωπικών στιγμών, όπως η παρατεταμένη επαφή των ματιών, το αγκάλιασμα και το σεξ. Είναι επίσης η ορμόνη που κάνει τις μητέρες να δένονται με τα μωρά τους. Και επειδή έχει αποδειχθεί ότι στα ζώα (μεταξύ αυτών και σε είδη πιθήκων) σχετίζεται με το μακροπρόθεσμο δέσιμο, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι παίζει τον ίδιο ρόλο και στους ανθρώπους.
Η βαζοπρεσίνη (ή αγγειοπρεσίνη) είναι μία αντιδιουρητική ορμόνη, η οποία έχει αποδειχθεί πως σχετίζεται και με το συναισθηματικό δέσιμο. Επιπλέον, μία μελέτη του 2008 έδειξε πως ορισμένες γενετικές μεταλλαγές στον υποδοχέα της βαζοπρεσίνης σχετίζονται με την απιστία και τον φόβο της δέσμευσης.
Και μετά τη χημεία, τι;
Όλες οι προαναφερθείσες χημικές ουσίες και ορμόνες απελευθερώνονται όταν ερωτευόμαστε, για να εξασφαλίσουν ότι θα ζευγαρώσουμε και θα μείνουμε μαζί αρκετό καιρό ώστε να αναπαραχθεί το είδος ή να δημιουργηθούν μακροχρόνιες σχέσεις. Τι γίνεται, όμως, όταν τις συνηθίσει ο οργανισμός ή τέλος πάντων αρχίσει να περνάει η αρχική, έντονη δράση τους;
Έως πολύ πρόσφατα, οι ερευνητές υπέθεταν ότι τα ζευγάρια μπαίνουν τελικά σε αυτό που αποκαλείται συντροφική αγάπη: μια σχέση πιο στενή, με μεγαλύτερη δέσμευση και οικειότητα, αλλά και με πολύ λιγότερο πάθος – κάτι σαν την ήρεμη αγάπη, δηλαδή, που μας δένει για πάντα αλλά πολύ δύσκολα μας συνταράσσει πλέον.
Μάλιστα είχαν υπολογίσει ότι αυτό συμβαίνει έπειτα από χρονικό διάστημα που κυμαίνεται από λίγους μήνες έως το πολύ 2-4 χρόνια, κατά τον δρα Έιρον. Σημειώνεται επίσης ότι μετά τα 4 χρόνια μόνιμης σχέσης ή γάμου καταγράφονται οι περισσότεροι χωρισμοί ή διαζύγια αντιστοίχως.
Στοιχεία, όμως, που παρουσίασε το 2009 η Μπιάνκα Ατσεβέντο, μεταπτυχιακή ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στην Σάντα Μπάρμπαρα, έδειξαν ότι αυτό δεν ισχύει για όλους.
Η δρ Ατσεβέντο και οι συνεργάτες της εξέτασαν λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες του εγκεφάλου ζευγαριών που ισχυρίζονταν ότι ήταν ερωτευμένα έπειτα από 20 χρόνια γάμου. Όπως διαπίστωσαν, στους εγκεφάλους τους υπήρχε η ίδια νευρική δραστηριότητα που παρατηρείται στους φρεσκοερωτευμένους – με τη διαφορά ότι δεν υπήρχε πλέον το άγχος ή η εμμονή με τον/την σύντροφό τους.
Αυτή η ερευνητική ομάδα ανακάλυψε κάτι ακόμα, που εξέπληξε ακόμα και τους ίδιους: βάση των προκαταρκτικών ευρημάτων τους, αυτού του είδους ο μακράς διαρκείας έρωτας αφορά το περίπου 30% των παντρεμένων!
Τι μπορούμε να κάνουμε
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως όσοι δεν ανήκουν στο 30% είναι καταδικασμένοι να περάσουν την υπόλοιπη ζωή τους χωρίς έρωτα. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι έχουμε πολλά να μάθουμε από αυτά τα ευτυχισμένα ζευγάρια για να ξανανάψουμε τη σπίθα του έρωτα – αρκεί βεβαίως να το θέλουμε.
Το κλειδί – λένε – είναι να κάνουμε μαζί τους πράγματα που μας ευχαριστούν, μας ξανανιώνουν, μας «εξιτάρουν» και μας δένουν ακόμα περισσότερο. Τι μπορεί να είναι αυτά;
«Να κάνετε μαζί του/της νέα, συναρπαστικά πράγματα», συνιστά ο δρ Έιρον. «Όταν κάνουμε κάτι καινούργιο που μας συναρπάζει ο εγκέφαλός μας πλημμυρίζει με ντοπαμίνη και ξαναθυμόμαστε το πώς νιώθαμε όταν ήμασταν τρελά ερωτευμένοι».
Τα αιώνια ερωτευμένα ζευγάρια της δρος Ατσεβέντο φρόντιζαν επίσης να γλεντάνε στις γιορτές και στα γενέθλια, υποστήριζαν ο ένας τον άλλο, έλυναν γρήγορα και ήρεμα τις διαφορές τους, μιλούσαν ανοιχτά ο ένας στον άλλο, έδειχναν τρυφερότητα και αφιέρωναν χρόνο στο να φροντίζουν τον εαυτό τους και την σχέση τους. Και – βεβαίως – έκαναν σεξ…
Πηγή: newscity1.net